пошабашить - ορισμός. Τι είναι το пошабашить
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι пошабашить - ορισμός


пошабашить      
ПОШАБАШИТЬ, перестать работать, отдыхать. Плотники пошабашили, пошли обедать.
пошабашить      
сов. перех. разг.-сниж.
Кончить работу (в какое-л. урочное время).
ПОШАБАШИТЬ      
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για пошабашить
1. Но соблазненных славой либерального генерала или правом пошабашить "в народе" оказалось больше.
2. - А то ведь как лето - многие сельчане срываются в Москву пошабашить.
3. Когда мы сами просто жаждем пошабашить за кордоном и горим на этом непатриотичном желании.
4. Тем более что руководство "северян", как называют эту организацию между собой дорожники, уже второй год делает ставку на постоянных работников, а не на тех, кто прибывает, чтобы пошабашить и уехать.
Τι είναι пошабашить - ορισμός